Πτώχευση για Εμπόρους – Επιχειρήσεις

Πτώχευση για εμπόρους

Στη περίπτωση που ένας οφειλέτης (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) που έχει την πτωχευτική ικανότητα (έμπορος ή πρώην έμπορος) δεν μπορεί να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του, καλό είναι να εξετάσει την δυνατότητα της πτώχευσης. 

Σκοπός του πτωχευτικού κώδικα είναι η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη με τη ρευστοποίηση της περιουσίας του ή με άλλο τρόπο που προβλέπεται από σχέδιο αναδιοργάνωσης και ιδίως με τη διατήρηση της επιχείρησής του (βλέπε «Προπτωχευτική διαδικασία Εξυγίανσης  αρ. 99 ΠτΚ).

Ποιος μπορεί να πτωχεύσει

Σύμφωνα με άρθρο 2 παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό. 

Πτωχευτική ικανότητα έχουν και οι πρώην έμποροι εφόσον είχαν σταματήσει να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους κατά τρόπο γενικό και μόνιμο πριν την διακοπή της εμπορικής δραστηριότητας. Επομένως, μπορεί και ένας πρώην έμπορος να υποβάλει αίτηση για πτώχευση εφόσον έχει περιέλθει σε γενική και μόνιμη αδυναμία πληρωμών πριν τη διακοπή της εμπορικής δραστηριότητάς. 

Έμπορος είναι το φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει ως σύνηθες επάγγελμα την άσκηση εμπορικών πράξεων με σκοπό το κέρδος. 

Ενδεικτικά, εμπορικές πράξεις σύμφωνα με το νόμο είναι η αγορά προς μεταπώληση ή εκμίσθωση, η επιχείρηση χειροτεχνίας, οι μεσιτικές εργασίες, η επιχείρηση παροχής υπηρεσιών στο κοινό με εξαίρεση τα ελευθέρια επαγγέλματα, η επιχείρηση δημόσιων θεαμάτων, η επιχείρηση πλειστηριάσεως, η υπογραφή συναλλαγματικών, το θαλάσσιο κι εναέριο εμπόριο, η ανάληψη υποχρέωσης από επιταγή (άρθρο 59 του Ν. 5960/1933) κ.ά.

Την εμπορική ιδιότητα αποκτούν κι όσοι έχουν διορισθεί ή έχουν πάρει άδεια για να ασκήσουν επάγγελμα το οποίο χαρακτηρίζεται από το νόμο ως εμπορικό. (π.χ. χρηματιστές, παραγγελιοδόχοι, μεταφορείς, προμηθευτές, πράκτορες, ασκούντες τραπεζικές εργασίες κ.λπ.).

Τα κριτήρια της εμπορικότητας των πράξεων είναι πολλά και μόνο ο συνδυασμός τους μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλές συμπέρασμα του κατά πόσο κάποιος έχει αποκτήσει την εμπορική ιδιότητα ή όχι.

Ενδεικτικά, κριτήρια εμπορικότητας θεωρούνται η ανάληψη ρίσκου, η τυχόν επένδυση κεφαλαίου σε εξοπλισμό, εμπορεύματα, πιστώσεις, η ύπαρξη προσωπικού, η πρόθεση επίτευξης κέρδους, η οργάνωση κι η υποδομή της επιχείρησης, το κέρδος κι ο τζίρος της επιχείρησης κ.λπ.

Οι μικρέμποροι παρόλο που διενεργούν εμπορικές πράξεις δεν αποκτούν την εμπορική ιδιότητα γιατί στη πραγματικότητα ασκούν τις πράξεις αυτές περισσότερο ως αμοιβή του σωματικού τους κόπου και όχι ως αποτέλεσμα κερδοσκοπικών συνδυασμών.  Δηλαδή τα πρόσωπα αυτά ασκούν δραστηριότητα με προσωπική εργασία, χωρίς προσωπικό και χωρίς να έχουν διαθέσει χρήματα για την αγορά εξοπλισμού, το ρίσκο δηλαδή που έχουν αναλάβει δεν είναι υψηλό. Στη πραγματικότητα θα μπορούσε κάποιος να τους χαρακτηρίσει ως αυτοαπασχολούμενους εργάτες.  

Κριτήρια για την διαπίστωση εάν κάποιος είναι μικρέμπορος ή όχι είναι ενδεικτικά, το κέρδος που αποκομίζει, το ρίσκο που αναλαμβάνει, ο τζίρος της επιχείρησης , ο εξοπλισμός και η υποδομή, η ύπαρξη προσωπικού ή μη κλπ. 

Τέλος, την εμπορική ιδιότητα αποκτά κι ο ομόρρυθμος εταίρος της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, από μόνη τη συμμετοχή του σε αυτές, ανεξαρτήτως αν μετέρχεται ή όχι και ατομικά εμπορικές πράξεις κατά σύνηθες επάγγελμα.

Ως προς τα νομικά πρόσωπα, την εμπορική ιδιότητα έχουν: α) η ομόρρυθμη εταιρεία, β) η ετερόρρυθμη εταιρεία, γ) η ετερόρρυθμη εταιρεία κατά μετοχές, δ) η ανώνυμη εταιρεία, ε) η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, στ) ο συνεταιρισμός, ζ) η ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία, η) η ναυτική εταιρεία, θ) η ναυτιλιακή εταιρεία πλοίων αναψυχής, ι) η ευρωπαϊκή εταιρεία, ια) ο ευρωπαϊκός όμιλος οικονομικού σκοπού, καθώς και ιβ) η δημοσιευμένη κοινοπραξία που επιδιώκει οικονομικό σκοπό.

Περαιτέρω, την εμπορική ιδιότητα αποκτούν και εταιρείες χωρίς νομική προσωπικότητα, οι οποίες όμως επιδιώκουν οικονομικό σκοπό, όπως η αφανής εταιρεία, η συμπλοιοκτησία, ή η κοινοπραξία που επιδιώκει εμπορικό σκοπό, ακόμη κι αν δεν έχει καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ.

Η παύση της εμπορίας ή της οικονομικής δραστηριότητας ή ο θάνατος δεν κωλύουν την πτώχευση, εφόσον επήλθαν σε χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του. Στη περίπτωση όμως θανάτου του οφειλέτη, η αίτηση για κήρυξή του σε πτώχευση πρέπει να υποβληθεί το αργότερο εντός έτους από το θάνατό του.

Αρμόδιο Δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του. Για τα νομικά πρόσωπα τεκμαίρεται ότι κέντρο των κύριων συμφερόντων είναι ο τόπος της καταστατικής έδρας. 

Με την απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση το πτωχευτικό δικαστήριο διορίζει εισηγητή δικαστή και σύνδικο της πτώχευσης και διατάσσει τη σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας. 

Ο οφειλέτης από την κήρυξη της πτώχευσης στερείται αυτοδικαίως της διοίκησης της περιουσίας του, την οποία ασκεί μόνος σύνδικος, έχει δε την υποχρέωση να ενημερώνει τον σύνδικο και να συνεργάζεται μαζί του για οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την πτώχευση. 

Από την έκδοση της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση, μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης των ενέγγυων πιστωτών επί περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τα οποία συνδέονται λειτουργικά ή άμεσα με την επιχειρηματική δραστηριότητά του ή με παραγωγική μονάδα ή εκμετάλλευση του οφειλέτη, αναστέλλονται για χρονικό διάστημα  όχι μεγαλύτερο των 10 μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης. Η αναστολή αυτή δεν επεκτείνεται στα υπέγγυα αντικείμενα που ανήκουν σε εγγυητές ή στον οφειλέτη, αλλά δεν συνδέονται λειτουργικά και άμεσα με την επιχειρηματική του δραστηριότητα, παραγωγική μονάδα ή εκμετάλλευσή του.

Επί πτώχευσης ομόρρυθμων ή ετερόρρυθμων εταιρειών, με την ίδια απόφαση με την οποία κηρύσσεται σε πτώχευση η εταιρεία , κηρύσσονται σε πτώχευση και τα ομόρρυθμα μέλη της. Η πτώχευση δε αστικής εταιρείας με νομική προσωπικότητα ή άλλης ένωσης προσώπων με νομική προσωπικότητα, δεν επιφέρει και τη συμπτώχευση των μελών της.  

Οι ομόρρυθμοι εταίροι ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας  μπορούν να πτωχεύσουν ατομικώς ή να συμπτωχεύσουν με την εταιρεία, ο μέτοχος Α.Ε. και ο εταίρος Ε.Π.Ε., εφόσον έχει το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών ή των εταιρικών μεριδίων αντίστοιχα ή παρέχει προσωπικές εγγυήσεις υπέρ της Α.Ε.

Το πτωχευτικό δικαστήριο, εκτιμώντας τα αίτια και τις συνθήκες της πτώχευσης, ύστερα από σχετική έκθεση του εισηγητή, στην οποία καταχωρούνται και οι τυχόν παρατηρήσεις του οφειλέτη και των πιστωτών, και αφού ακούσει τον σύνδικο, αποφαίνεται ότι ο οφειλέτης είναι συγγνωστός, αν αυτός επιδεικνύει καλή πίστη τόσο κατά τη κήρυξη της πτώχευσης όσο και κατά τη διάρκειά της, είναι συνεργάσιμος με τα όργανα της πτώχευσης και η πτώχευση δεν οφείλεται σε δόλιες ενέργειές του. 

Ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει μετά τη παρέλευση δύο ετών από την κήρυξη της πτώχευσης αίτηση  στο πτωχευτικό δικαστήριο και εφόσον τον κρίνει συγγνωστό σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερθέντα, τον απαλλάσσει πλήρως από το υπόλοιπο των απαιτήσεών των πιστωτών που δεν ικανοποιείται από την πτωχευτική περιουσία. 

Το γραφείο είναι σε θέση να αξιολογήσει, με τη συνδρομή έμπειρων οικονομολόγων, όλες τις εναλλακτικές λύσεις πριν την πτώχευση (όπως την εξωδικαστική ρύθμιση ή την εξυγίανση της επιχείρησης) και να προτείνει την καλύτερη δυνατή λύση στο πρόβλημά σας. 

Καλέστε μας για ένα ραντεβού, με φυσική παρουσία στο χώρο μας, ή μέσω τηλεφώνου ή skype, για να μελετήσουμε προσεκτικά την υπόθεσή σας. 

ΕΝΗΜΕΡΩΘΕΙΤΕ ΣΩΣΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΣΑΣ. ΑΞΙΟΛΟΓΕΙΣΤΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΑ ΤΙΣ ΛΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΝΤΑΙ.

Καλέστε μας για ένα ραντεβού στο 210 8824000

To Top